- δέν είναι τίποτα άλλο παρά ...
- не е ништо дгуго туку ..
Грчко-македонскиот речник (Έλληνες-Μακεδονική λεξικό). 2014.
Грчко-македонскиот речник (Έλληνες-Μακεδονική λεξικό). 2014.
τίποτα — και τίποτε άκλ., αόρ. αντ. 1. κάτι, κατιτί: Είπες τίποτα; 2. (σε αρν. φρ.) μηδέν, ούτε γρυ: Δεν έμαθα τίποτε. 3. (ως επίθ.), λίγα, μερικά, κάμποσα: Χρειάζεσαι τίποτε λεφτά; 4. σπουδαίο, σημαντικό, αξιόλογο: Έχω πυρετό, αλλά δεν είναι τίποτε. 5.… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Μποτσουάνα — Κράτος της νότιας Αφρικής. Συνορεύει Β και Δ με τη Nαμίμπια, τα ΒΑ με τη Ζιμπάμπουε, τα Ν και ΝΑ με τη Nοτιοαφρικανική Δημοκρατία.Tο κράτος της Μ., που πριν ανακτήσει την ανεξαρτησία του από τη Βρετανία ονομαζόταν Mπετσουαναλάνδη (Betchuanaland) … Dictionary of Greek
ψυχανάλυση — Σύστημα μεθόδων για τη διερεύνηση της ψυχικής ζωής, που μελετούν την ασυνείδητη σημασία λόγων, πράξεων, προϊόντων της φαντασίας (ονείρων, παραληρημάτων) ενός υποκειμένου. Με τον όρο ψ. χαρακτηρίζεται επίσης η ψυχοθεραπευτική μέθοδος, που… … Dictionary of Greek
Ουλάν Μπατόρ — (Ulaanbaatar ή Ullan Bator). Πρωτεύουσα (548 400 κάτ.) της δημοκρατίας της Μογγολίας. Η πόλη ιδρύθηκε το 1649 και από το 1664 υπήρξε η έδρα του «ζωντανού Βούδα». Το 1691 έγινε έδρα των κατά καιρούς κυβερνητών της περιοχής, που μετονομάστηκε… … Dictionary of Greek
μίτρα — Χρυσοποίκιλτο κάλυμμα της κεφαλής των αρχιερέων, το οποίο φορούν στις λειτουργίες. Με την ίδια ονομασία χαρακτηριζόταν κατά την αρχαιότητα η ζώνη που φορούσαν οι πολεμιστές κάτω από τον θώρακά τους, η ταινία με την οποία οι Ελληνίδες έδεναν τα… … Dictionary of Greek
Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… … Dictionary of Greek
ηώζωο — Μείγματα μαρμάρου και σερπεντίνη (σερπεντινασβεστίου). Έχουν σφαιρική μορφή και το μέγεθός τους δεν ξεπερνά, συνήθως, το μέγεθος του ανθρώπινου κεφαλιού. Ο ιστός τους είναι ιδιόρρυθμος και γι’ αυτό αρχικά πολλοί πίστεψαν ότι δεν ήταν τίποτα άλλο… … Dictionary of Greek
Σινάν — Ο κορυφαίος εκπρόσωπος της τουρκοϊσλαμικής αρχιτεκτονικής. Έγγραφα από τουρκικά αρχεία, που δημοσιεύτηκαν τελευταία, έλυσαν οριστικά το ζήτημα της καταγωγής του: ο Σ. γεννήθηκε το 1489 στο Αγιρνάζ της Καππαδοκίας από Έλληνες γονείς (ο πατέρας του … Dictionary of Greek
Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… … Dictionary of Greek
Βιετνάμ — Κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας.Συνορεύει Β με την Κίνα, Δ με την Καμπότζη και το Λάος, ενώ Α και Ν βρέχεται από τη Νότια Θάλασσα της Κίνας, και πιο συγκεκριμένα από τον Κόλπο του Τονκίν ΒΑ, τον Κόλπο της Ταϊλάνδης ΝΔ και στην υπόλοιπη… … Dictionary of Greek
Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… … Dictionary of Greek